Category Archives: Διηγήσεις

Κυνική ποίηση: το φεγγάρι

Το φεγγάρι μ’ αρέσει

όχι ολόγιομο

ούτε σαν το χαμόγελο

του ψυχεδελικού γάτου

μήτε νυχάκι

μ’ αρέσει όταν είναι κομμένο στην μέση

γιατί μου θυμίζει

την φέτα λεμόνι

που επιπλέει στο τζιν μου

ανάμεσα στα παγάκια.

 

Αποχαιρετιστήριο

από το “Επιεικώς Φλέγον”, τεύχος 2

 

Αποχαιρετιστήριο

Έμαθα να εμπιστεύομαι τις λέξεις

– ε, λέξεις…

αυτά τα μικρά, μαύρα σημεία που τοποθετούνται με προσοχή το ένα δίπλα στο άλλο

και δημιουργούν νοήματα –

 

μικρά νοήματα

όπως “θέλεις ένα τοστ?”

μεγάλα νοήματα

όπως “θα σε αγαπώ για πάντα”

 

χαρωπά νοήματα

όπως “ας κάνουμε σήμερα μαζί τούτο κι εκείνο”

θλιμμένα νοήματα

όπως “μη φύγεις” ή “συγγνώμη”

 

μια ζωή χωμένος ανάμεσα σε σελίδες

γεμάτες λέξεις γεμάτες (!)

έμαθα να επικοινωνώ, να διαχειρίζομαι, να παίζω, να δημιουργώ, να καταστρέφω,

να θρυμματίζω, να ψιθυρίζω, να μεταστρέφω, να κρύβω και να φανερώνω

 

εμπιστευόμουν πλήρως όλες αυτές τις μικρές διαολεμένες

ένιωθα δυνατός και πλούσιος και σίγουρος

– τόσο σίγουρος –

η ζωή είναι πιο απλή όταν μετατουσιώνεται σε λέξεις

 

η ουτοπία είναι πιο απλή όταν μεταφράζεται σε θεωρία

ο έρωτας είναι πιο απλός όταν πληκτρολογείται σε sms

η επίθεση είναι πιο απλή όταν διακοσμεί μια αφίσα

το όνειρο είναι πιο απλό όταν γεννάει ένα παραμύθι

 

μα ήρθε εκείνη η στιγμή που οι λέξεις δεν ήταν πια αρκετές

η στιγμή που ένιωθα

να βγαίνουν από μέσα μου

σάπιες και επαναλαμβανόμενες

 

τις είχα ήδη χρησιμοποιήσει όλες

τις σπατάλησα

τις πιο μεγάλες και πιο σημαντικές

για ζητήματα μικρά και ασήμαντα

 

τις πιο σπάνιες

για καθημερινές διαδικασίες

τις πιο τραγικές

για να κάνω τη ρουτίνα μου ευχάριστη

 

τις πιο θαυμαστές, τις πιο καλοδουλεμένες,

τις πιο εξαιρετικές, τις πιο ευανάγνωστες

για να περιγράψω τον μεσημεριανό ύπνο, το πρώτο τσιγάρο της ημέρας,

εκείνο το γελοίο τραγούδι, κάθε τυχαία αγκαλιά

 

και τώρα που τις χρειάζομαι

πιο πολύ από ποτέ γαμώτο

– μάταια ψάχνω στο Αντιλεξικόν, Αθήναι 1988 –

δεν μου έχει απομείνει ούτε μια, ούτε η μικρότερη

 

για να εκφράσω την αδυναμία μου

για να δώσω σ’ αυτό που σφαδάζει μέσα μου

μορφή και σχήμα

μυρωδιά και χρώμα

 

…λίγο πριν το τέλος λοιπόν

κατεφεύγω ξανά σ’ αυτές

για κάτι απλό

αποχαιρετιστήριο

 

μέτρα τις λέξεις σ’ αυτή τη σελίδα

είναι οι τελευταίες

που έχω να προσφέρω

πριν βυθιστώ στη σιωπή.

Ο Υπουργός

από το “Εφιαλτικό Σύνδρομο”, τεύχος 1

Ο κύριος Πέτρος Τασαβίδης ήταν υπουργός…

Τηρούσε κάθε σοβαρή προυπόθεση.

Ήταν κοντός,παχουλός και άσχημος,όπως όλοι οι πετυχημένοι πολιτικοί.Είχε μια όμορφη γυναίκα,που τον απατούσε αρκετά ώστε να ικανοποιεί ταυτόχρονα τις ανάγκες της ίδιας αλλά και όλων των μεγάλων περιοδικών.Είχε μια όμορφη,ευτυχισμένη οικογένεια με 3 γλυκά παιδιά και ζούσαν σε ένα διαμέρισμα στα Πατήσια.Ντυνόταν πάντα απλά και λιτά,σαν άνθρωπος του λαού που ήταν.Η γυναίκα του αντίθετα,ντυνόταν σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας για να προσελκύσει τους δημοσιογράφους,πράγμα ανούσιο αφού οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν την εκνευριστική συνήθεια να την φωτογραφίζουν όταν δεν φορούσε απολύτως τίποτα.Ήταν υπέυθυνος για το Νομοσχέδιο 234,που κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς είναι μα φαινόταν πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη της χώρας.Όπως όλοι οι σοβαροί πολιτικοί,ήταν απόλυτα διεφθαρμένος και περνούσε τον καιρό του με εκβιασμούς,δωροδοκίες και απάτες.Είχε στο ενεργητικό του μονάχα δύο ροζ σκάνδαλα,που τον είχαν κάνει ικανοποιητικά διάσημο στον μέσο πολίτη,χωρίς να αμαυρώσουν ιδιαίτερα την φήμη του…

Με δυο λόγια ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι της πολιτικής σκηνής.

Άλλα είχε ένα κουσούρι…

…Είχε την κακία συνήθεια να ανεβαίνει στην ταράτσα της πολυκατοικίας και να κάνει “Χουτ Χουτ”.

Κάποια κρύα μέρα του Νοέμβρη,ένας σιχαμένος παπαράτσι τον πέτυχε καθώς έκανε “Χουτ Χουτ”.

Τον βιντεοσκόπησε…και την επόμενη μέρα κάθε κανάλι έδειχνε τις αποτρόπαιες αυτές εικόνες…Τον Πέτρο Τασαβίδη να κάνει “Χουτ Χουτ”!!!!

Μια στρατιά από πολιτικούς, καλλιτέχνες, σελέμπριτις, φωτομοντέλα, επιχειρηματίες, μουσικούς, τραγουδιστές, ηθοποιούς, πορνοστάρ, ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων, ιερείς, παραψυχολόγους, τυχαίους περαστικούς και συγγενείς του θύματος ,βγήκαν πρωί πρωί στον αέρα να σχολιάσουν, να καταγγείλουν, να αναλύσουν, να δικάσουν και να καταδικάσουν τον άμοιρο υπουργό.

Και έτσι τέλειωσε άδοξα η καριέρα του Πέτρου.

Αποσύρθηκε άρον άρον από την θέση του και χώρισε με την γυναίκα του,που παντρέυτηκε δύο μέρες μετά έναν Ιταλό επιχειρηματία.

Με την έκδοση τριών αυτοβιογραφικών βιβλίων(“Πως μ’αρέσει να κάνω Χουτ Χουτ” τόμος 1,2 και 3, εκδόσεις “Ωμό Κρέας”, δέκα φορές best seller), έβγαλε αρκετά λεφτά ώστε να ζήσει βαθιά και ευτυχισμένα γηρατειά σε ένα εξοχικό στην Χαλκιδική.

Δεν μπορώ να βρω το ηθικό δίδαγμα της παραπάνω ιστορίας…

Όποιος τα καταφέρει,ας το πει και σε εμένα γιατί έχω σκάσει.

 

Αρρώστια

από το “Επιεικώς Φλέγον”, τεύχος 1

 

Κάποτε, ένας Βάχμα εμφανίστηκε έξω άπο την Καλορμίνα. Έντρομοι, οι κάτοικοι της πόλης έστειλαν την φρουρά να τον βρει…κανένας φρουρός δεν επέστρεψε.
Την νύχτα, ο Βάχμα μπήκε κρυφά στην πόλη. Πήγε στο παλάτι, έσφαξε όποιον βρήκε μπροστά του ώσπου έφτασε στα διαμερίσματα του Χαλίφη.
Εκεί, σχεδίασε στην πόρτα του το σημάδι του Θανάτου. Την άλλη μέρα, ένας ταπεινός τσαγκάρης πέθανε…Αυτό, σημαίνει πως το Χάος ισχύει πάντα.

 

Η τραγική ιστορία του χαλίφη Αλ Αέλ Σαντ

…από το “Εφιαλτικό Σύνδρομο“, τεύχος 0

Όταν οι σκιές στην έρημο μακραίνουν, και ο πυρωμένος άνεμος σταματάει το αδιάκοπο σφυροκόπημα του και καταλαγιάζει σε ένα τραγουδιστό παιχνίδισμα ανάμεσα στους αμμόλοφους και τα φυλλώματα των φοινικόδεντρων, τα καραβάνια συγκεντρώνονται στις λιγοστές οάσεις και οι νομάδες κάθονται κυκλικά γύρω άπο μεγάλες φωτιές πάνω σε πολύχρωμα κιλίμια, πίνοντας γάλα καμήλας αρωματισμένο με μπαχαρικά, και διηγούνται τις ιστορίες τους…

Μια άπο τις πιο γνωστές, που χαράζει χαμόγελα στα ηλιοκαμμένα πρόσωπα των γιών της ερήμου, είναι αυτή του Χαλίφη Αλ Αελ Σαντ, άρχοντα της πολύβουης Βαγδάτης και των γύρω περιοχών.

Ο Αλ Αελ Σαντ, ήταν ένας από τους πιο πλούσιους Χαλίφηδες που πέρασαν ποτέ από τον θρόνο της Βαγδάτης. Το απέραντο παλάτι του, είχε 147 δωμάτια, όλα διαφορετικά μεταξύ τους, στολισμένα με τα πιο σπάνια και ακριβά υλικά του τότε γνωστού κόσμου…μετάξι από την Ανατολή, χρυσό από την Ινδία, πορφυρά υφάσματα από την Φοινίκη, μαργαριτάρια από την Περσία, μάρμαρο από την Ελλάδα, ελεφαντόδοτο και εβενό από τα μακρινά Μαύρα Βασίλεια της Αφρικής, ψηφιδωτά από την Δύση και γούνες ακατανόμαστων θηρίων από τα δάση του Παγωμένου Βορρά. Οι κήποι του ήταν διπλάσιοι σε μέγεθος από την μεγαλύτερη συνοικία της πόλης, γεμάτοι εξωτικά φυτά, σπάνια είδη ζώων και αμέτρητα πολύχρωμα πτηνά με μελωδικές φωνές και άπειρα χρώματα.

Όμως, σαν τους περισσότερους πλούσιους, διακατέχοταν από το αμάρτημα της απληστίας. Η νομοθεσία του ήταν άδικη, οι φόροι δυσβάσταχτοι, ο λαός υπέφερε…Ακόμη και οι Ταξιδιώτες, όταν περνούσαν από την πόλη, έπρεπε να παραχωρούν το εκλεκτότερο των υπαρχόντων τους στον Χαλίφη, αλλιώς δεν τους επιτρέποταν η είσοδος.

Ετσι, όταν μια αστροφώτιστη νύχτα ένας γέρος, ταλαιπωρημένος γυρολόγος έφτασε στην Νότια Πύλη, οι φρουροί τον οδήγησαν στον Αλ Αελ Σαντ, για να διαλέξει εκείνος το πιο πολύτιμο κομμάτι της πραγμάτειας του.

Ο γυρολόγος,άδειασε στο εβένινο δάπεδο του Θρόνου όλα τα μικρά μα θαυμαστά αντικείμενα που έκρυβε στις πτυχές της ξεθωριασμένης κελεμπίας του.

Ο κατάλογος είναι μακρύς, και ο κάθε παραμυθάς προσθέτει και τις δικές του επιννοήσεις…Ένα γιαταγάνι που έκοβε όλα τα μέταλλα εκτός από τον χρυσό, ένα πετράδι ξεριζωμένο από την καρδιά ενός κομήτη που άλλαζε χρώμα ανάλογα με τον χαρακτήρα του ανθρώπου που το κρατούσε στα χέρια του. Ένα σκοινί υφασμένο από μετάξι, χρυσόσκονη και ιστό αράχνης που μόνο ο ιδιοκτήτης του μπορούσε να το λύσει η να το δέσει. Μια γυάλινη μπουκάλα, μέσα στην οποία είχαν κρύψει τα δέκα πιο τολμηρά ανέκδοτα του κόσμου, που θα έκαναν ακόμη και μια εταίρα να κοκκινήσει από ντροπή. Ένας μηχανικός παπαγάλος φτιαγμένος από μπρούτζο και δέρμα αλόγου, που τα ζαφειρένια του μάτια έβλεπαν μέσα από τοίχους και πέρα από τον Ουράνιο Θόλο. Ένα βαζάκι γεμάτο με πανίσχυρο δηλητήριο, ένα τηλεσκόπιο που έβλεπε τις ψυχές των ανθρώπων…Και άλλα πολλά τεχνουργήματα που ο γέρος είχε συλλέξει με κόπο κατά την διάρκεια των περιπλανήσεων του στα πέρατα του κόσμου…

Μα ο Χαλίφης δεν εντυπωσιάζοταν. Επιθυμούσε κάτι που θα του πρόσφερε ακόμη περισσότερα πλούτη. Τότε, ο γυρολόγος έβγαλε από μια βαθιά τσέπη ένα ασημένιο δαχτυλίδι, μέσα στο οποίο είχε φυλακίσει ένα μικρό πνεύμα που μπορούσε να απαντήσει σε μια και μόνο ερώτηση.

«Ελευθέρωσε το!!», διέταξε ο Χαλίφης, και ο γέροντας υπάκουσε απρόθυμα. Μια γαλαζοπράσινη φωτεινή σφαίρα εμφανίστηκε όταν έτριψε απαλά το δαχτυλίδι, και αιωρήθηκε μπροστά στο πρόσωπο του Χαλίφη.

«Επιθυμώ να μου αποκαλύψεις, είπε αυτός, που βρίσκεται ο τάφος του πιο πλούσιου Άρχοντα, Βασιλιά η Αυτοκράτορα της γης», έχοντας στο μυαλό του τα αμύθητα χαμένα πλούτη του Κύρου, του Αλέξανδρου, του Κροίσου, του Σολωμόντα και πολλών άλλων, που γράφτηκαν στις σελίδες της ιστορίας με χρυσά γράμματα.

«Κάτω από την αθάνατη Σφίγγα», απάντησε το πνέυμα που μπορούσε να βλέπει παρόν, παρελθόν και μέλλον. «Εκεί σε περιμένει ο τάφος του πιο πλούσιου άρχοντα που πέρασε ποτέ από Θρόνο Βασιλέιου της Γης». Και λέγοντας αυτά, εξαφανίστηκε.

Και ο Αλ Αελ Σαντ, δεν έχασε χρόνο. Συγκέντρωσε τον στρατό του και την ακολουθεία του και ξεκίνησε για την Αίγυπτο. Χίλιοι πεζοί, άλλοι τόσοι πάνοπλοι ιππείς, εκατό θωρακισμένοι πολεμικοί ελέφαντες, πεντακόσιες καμήλες και άμαξες με εφόδια, δέκα χιλιάδες υπηρέτες, δούλοι, ερωμένες, ποιητές, χρονικογράφοι, ευνούχοι, ακροβάτες, χορευτές, μοσικοί, αγγελιοφόροι και άλλοι πολλοί αποτελούσαν την ατελείωτη στρατιά του.

Ταξίδεψε πολύ και αντιμετώπισε θανάσιμους κινδύνους. Σαρακηνοί πειρατές, άγριοι Μαλμελούκοι, εχθρικοί Βεδουίνοι, δαιμονικά Εφρίτ, νεκροφάγα Γκουλ, σατανικά Τζίνι, ληστές και παράνομοι κάθε λογής. Και ακόμη, αδιαπέραστες αμμοθύελλες, υπερφυσικές καταιγίδες, αρρώστιες, ξηρασία και πείνα…Και η ακολουθεία του αποδεκατίστηκε, και τελικά έφτασε στην Σφίγγα ταλαιπωρημένος και ετοιμοθάνατος, με έναν σκλάβο στο πλάι του, τον τελευταίο που είχε απομείνει. Και με το αλαζονικό του ύφος, διέταξε τον σκλάβο να σκάψει για να βρεί τον τάφο…

Άλλα ο σκλάβος αυτός, που η ιστορία δεν συγκράτησε το ασήμαντο ονομά του, σκέφτηκε πως ήταν μια καλή ευκαιρία να αποκτήσει ξανά την πολυπόθητη ελευθερία του. Και έτσι, έπιασε μια πέτρα, χτύπησε με δύναμη τον Χάλίφη και το έβαλε στα πόδια…

Και το κουφάρι του Χαλίφη έμεινε εκεί, εκτεθειμένο στα όρνια και τον αδίστακτο ήλιο, και με τον καιρό η άμμος της ερήμου κάλυψε το πτώμα του πιο πλούσιου Άρχοντα της γης…

Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα μόλις χώρισαν

…για το “Επιεικώς Φλέγον”, τεύχος 1

 

Όταν ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα ανακάλυψαν πως ο έρωτας τους είχε χρησιμοποιηθεί σε βιβλία, ταινίες, t-shirt, κόμιξ, σοκολάτες, αρκουδάκια, κούκλες, ποιήματα, μουσική, πίνακες ζωγραφικής, διαφημίσεις στην τηλεόραση, ταμπέλες στον δρόμο, συλλεκτικές κούπες, σελίδες στο internet,πολύχρωμα χαπάκια,
αποφάσισαν να χωρίσουν.
Ο κόσμος στεναχωρήθηκε πολύ.