Το σκοτάδι
τυλίγεται γύρω από τα βλέφαρα σου
νυχτώνει
άκου τα παιδιά, έξω από τις γρίλλιες
στροβιλίζομαι στον αέναο κύκλο
μιας ηδονής πρωτόγονης
λύκοι με σωλήνες στα πόδια, να αλυχτούνε
κάτω από το ψυχεδελικό φως
μιας σελήνης φτιαγμένης από νέον
τα παιδιά τρέχουν γύρω από τα τσιμεντένια δάση
τ’ακούς?
Πως καταντήσαμε έτσι
θλιμμένοι και σιωπηλοί?
Πόσο μόνοι και τρομαγμένοι φαντάζουμε
εντός του τέρατος?
Και επιτέλους,
πόσες μαλακίες πρέπει να γράψω ακόμα
για να σου αποδείξω
πως η ποίηση έχει πεθάνει?