Tag Archives: ποίηση

Δίχως νόημα

 
 
Η εικόνα ενός σκαθαριού
να αγωνίζεται
με το μάταιο πείσμα που χαρακτηρίζει την ράτσα του
να σκαρφαλώσει έναν λευκό τοίχο
στην πίσω δεξιά γωνία ενός ακάλυπτου
 
-μια διαδρομή δίχως συγκεκριμένο προορισμό
γεμάτη πτώσεις
σπειροειδείς περιστροφές
και επανεκκινήσεις
κενή νοήματος-
 
η σισύφια αυτή διαδρομή
θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί
ως αναλογία
σχεδόν για το οτιδήποτε
– από τις μικρές ερωτικές μας απογοητεύσεις
μέχρι την πορεία της ανθρωπότητας-
 
Σκεφτόμουν
πως από δω και στο εξής
η παραπάνω μεταφορά θα αποτελούσε
πνευματική μου ιδιοκτησία
και οποιαδηποτε μελλοντική της χρήση
σε ποιήμα, φιλοσοφικό δοκίμιο
ή μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας
θα διώκονταν ποινικά.
 
Αλλά πολύ φοβάμαι πως
η δικαστική διαμάχη που θα ακολουθούσε
θα ήταν σχεδόν τόσο ανούσια
όσο η διαδρομη ενός σκαθαριού
καθώς σκαρφαλώνει σε ένα λευκό τοίχο.
 
tumblr_nu7l4e6nKk1rpgpe2o1_1280

Ποτέ δεν ξέρεις που θα χρειαστεί ένας δεύτερος αναπτήρας.

 

.

Που λες,
σήμερα βγήκα στην αγορά
και μου πήρα
ένα δεύτερο αναπτήρα
(πράσινο)
κι ένα καινούριο σημειωματάριο.
Έχει όμορφες, σκληρές σελίδες,
κάπως ωχρές.
 
Αποφάσισα
να καταγράψω
τα κενά που αφήνουμε
για να δω πως θα τα γεμίσω.
 
Σημειώνω:
Ένα. Χρόνος.
Πολύς κενός χρόνος.
 
Ξέρω πως θα τον γεμίσω-
θα βρω ένα σημειωματάριο
με σκληρές σελίδες (κάπως ωχρές)
και θα καταγράψω
τα κενά που αφήνουμε
για να δω πως θα τα γεμίσω.
 
Σημειώνω:
Ένα. Χρόνος.
Πολύς κενός χρόνος.
Ξέρω πως θα τον γεμίσω.
Με επαναλήψεις.

Δύο. Μέσα μας. Κενοί. Κούφιοι.
Γάμησε τα.
 
Τρία. Αριθμοί.
Χάνω το μέτρημα.
Κάπου χάθηκε το τέσσερα.
Έψαξα όλο το σπίτι.
Άνω κάτω το έκανα. Μάταια.
Βρήκα όμως ένα μπλουζάκι σου κάτω απ' τον καναπέ.
Εκείνο το γκρι, που έπαψες να φοράς.
 
Πέντε. Αυτολογοκρίνομαι.
Να το θέσουμε ως:
"μια απουσία κάτω απ' τα σκεπάσματα
/και κάθε ξύπνημα
να υστερεί ποιοτικά
του προηγουμένου".
Ανεκτό ακούγεται,
νομίζω πως θα το αφήσω έτσι.
 
Έξι. Λέξεις.
Είπαμε
πως οι λέξεις φαντάζουν άδειες
αλλά αυτή η σιωπή στο σαλόνι
δεν παλεύεται
όση μουσική κι αν βάλω.
 
Εφτά.
Λέω από μέσα μου:
Τουλάχιστον,
περισσεύει λίγος χώρος
στην τσέπη του μπουφάν μου
-εκεί που πριν είχα τα κλειδιά σου-
για να βάλω, ας πούμε,
ένα δεύτερο αναπτήρα.
Ποτέ δεν ξέρεις
που θα χρειαστεί
ένας δεύτερος αναπτήρας.
Και κλείνω το σημειωματάριο.
 
Και κάτι ακόμα:
φεύγοντας
ο καπνός απ' τα τσιγάρα σου
έχει αφήσει ένα παράξενο σύννεφο
κάνει κύκλους πάνω απ' το κεφάλι μου
και δεν μ'αφήνει να συγκεντρωθώ.
 
Κάνε κάτι.
 
tumblr_nibn84Ry4e1rutx6lo1_500

Βεβιασμένο ντεκαντάνς.

.
Ας το παραδεχτούμε επιτέλους
δίχως
πολιτική ή ερωτική αποσύνθεση
δεν μπορεί να γεννηθεί
αξιοπρεπής ποίηση.
.
Μοναχά
κάτι τυπικές επαναλήψεις,
κάτι σκόρπιοι πλεονασμοί
ένα γενικευμένο ξεπατίκωμα.
-θλιβερή φάση.
.
Γι' αυτό σου λέω, μωρό μου
ας καταστρέψουμε λίγο λίγο
ότι χτίσαμε
με τόσο κόπο
μπας και βγάλουμε κάνα στίχο της προκοπής.
.
523759_10150846738627437_324400020_n

Έλληνας ούτε γεννιέσαι, ούτε γίνεσαι …

Αφίσα της συλλογικότητας “ινσανυτέ” που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο (2014) στη Θεσσαλονίκη.

ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΤΟΤΕ
ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΤΩΡΑ

Ινσανυτέ
Ινστιτούτο ανίχνευσης και υπέρβασης της ταξικής επιθυμίας

Flatten

Εμένα η πατρίδα μου δεν χωράει πατριώτες

 
.
Εμένα η πατρίδα μου
έχει χίλια και ένα
διαφορετικά ονόματα
αλλάζουν κάθε λεπτό που περνάει
ο καθένας την καλεί
σαν τον αγαπημένο του
σαν την αγαπημένη του
σαν το δίστιχο που διάβασε χθες
και σιγομουρμουρίζει πριν κοιμηθεί
σαν την πρώτη λέξη που έμαθε ποτέ
και σαν αυτή που θα βγει από μέσα του
μαζί με την τελευταία του πνοή.
 
Εμένα η πατρίδα μου
έχει χίλιες και μια
διαφορετικές σημαίες να υψώνει
πότε μαύρες,
σαν τη νύχτα που μας κρατάει συντροφιά
πότε πειρατικές
πότε φτιαγμένες από κουρέλια
και απλωμένα τραπεζομάντιλα
κάποιες φορές κόκκινες σαν το αίμα
και κάποιες άλλες πολύχρωμες
μ' όλα τα χρώματα
του ουράνιου τόξου.
 
Εμένα η πατρίδα μου
μιλάει σε χίλιες και μια
διαφορετικές γλώσσες
άλλες γνωστές κι άλλες άγνωστες
που τις σκαρφίζεσαι τη στιγμή εκείνη
μα ο καθένας ξέρει να αναγνωρίζει
και να συλλαβίζει
κάποιες βασικές λέξεις
όπως “ελευθερία” και “τρυφερότητα”
αλληλεγγύη” και “αξιοπρέπεια”
συγνώμη”
και “σ'αγαπώ”.
 
Εμένα η πατρίδα μου
αντηχεί
με χιλιάδες μουσικές και χιλιάδες φωνές
σαν χάλκινα απ' τις κοιλάδες των βαλκανίων
σαν τσιγγάνικα βιολιά
και σαν πλανόδιες λατέρνες
σαν ανατολίτικο ούτι
σαν ηλεκτρικές κιθάρες
και σαν συνθεσάιζερ σε κακοφωτισμένο υπόγειο
σαν παιδικά γέλια
σαν σιωπηλή προσευχή
και σαν τα βογγητά μιας ερωτικής πράξης.
 
Εμένα η πατρίδα μου
δεν χωράει σε κανέναν χάρτη
απλώνεται ως τα πέρατα της γης
δεν χαράσσει σύνορα
δεν υψώνει τείχη, δεν χτίζει ναούς
μήτε μαρμάρινα κοιμητήρια
μοναχά μονοπάτια για να βαδίζεις
πλακόστρωτα για να ξαποστάσεις
σταυροδρόμια για να χάνεσαι
και λιμάνια με χαρωπούς ναύτες
μυρωδιά μπαχαρικών
και αλμύρας.
 
Εμένα η πατρίδα μου
δεν επιδίωξε ποτέ της
την υπακοή ή τον θάνατο
δεν συντρόφευσε ποτέ της
την θρησκεία
και την οικογένεια
και δεν αναφέρθηκε ποτέ της
σε λογύδρια δημαγωγών
πολεμικά ανακοινωθέντα
καλέσματα μίσους
προεκλογικές ομιλίες
και επικλήσεις εθνικής ενότητας.
 
Εμένα η πατρίδα μου
έχει σβήσει απ' τα βιβλία ιστορίας της
τους πρωθυπουργούς και τους ήρωες
τους βασιλιάδες και τους αρχιεπισκόπους
τους στρατηγούς και τους κατακτητές
τους σοβαρούς και τους διάσημους
μοναχά δοξάζει
τους ποιητές και τις εργάτριες
τους ζητιάνους και τις μητέρες
τους γητευτές και τα αδέσποτα γατιά
τους ερωτευμένους
και τους ανώνυμους νεκρούς της.
 
Εμένα η πατρίδα μου
είναι οι ζωές που ζήσαμε
και οι άνθρωποι που αγαπήσαμε
είναι οι λόφοι που ξαπλώσαμε
κάποια ανοιξιάτικα απογεύματα
και τα μέρη που ταξιδέψαμε
είναι τα ξημερώματα και τα δειλινά
και η γωνία που σε γνώρισα
είναι τα φαγητά που θυμίζουν τη μητέρα μου
και τα σοκάκια που παίζαμε παιδιά
είναι οι αγώνες που δώσαμε
και όσοι βρεθήκαμε δίπλα δίπλα στους δρόμους.
 
 
Εμένα η πατρίδα μου
δεν χωράει πατριώτες.
.
 
Aernout Overbeeke 1 (ed)
 

Χανγκόβερ εγγράφως

 
 
.
Η ποίησις
αγαπητέ μου
είναι σαν ένα αξιοπρεπές σκατομεθύσι
 
Μισό βήμα
προς μια διπλανή
πραγματικότητα
και μια καλή ευκαρία
να σπάσεις
μια αμήχανη σιωπή
 
Σε επισκέπτεται συνήθως
τις πρώτες πρωινές ώρες
παρακινούμενη
από έρωτα
επιθυμία
ή απογοήτευση
 
Γεννάει
βλέμμα απλανές
γλώσσα ανεξέλεγκτη
και εικόνες
παραμορφωμένες
 
Μιλάει
με
παύσεις
και υποννοούμενα
μεταφορές
και ειλικρίνεια
εικόνες
και εξομολογήσεις
 
Σε εκθέτει
και φέρνει ανθρώπους
αγνώστους
-στιγμιαία-
πιο κοντά
 
Συμπιέζει τις σκέψεις σου
σε κάτι τόσο ξεκάθαρο για σένα
μα τόσο ακατανόητο για τους άλλους
 
Καταλήγει
σε φωνακλάδικα τραγούδια
ή ψίθυρους κάτω απ' τα σκεπάσματα
 
Στριφογυρίζει μέσα σου
βασανιστικά
ώσπου να κοντοσταθείς κάπου
και να την ξεράσεις
με ανακούφιση
 
σε έναν λευκό τοίχο
ένα λευκό χαρτί
μια λευκή λεκάνη
 
 
Γιατί το παν είναι να μιλάμε
και να λερώνουμε πράγματα
 
 
10009287_738557316189570_1912252932_n

μικρό-ουτοπίες

Εγώ σου μιλάω

για έμφυλες ταυτότητες

κι εσύ μας σκέφτεσαι να πηδιόμαστε στις βρώμικες τουαλέτες κάποιου μπαρ.

Εσύ μου μιλάς

για ταξικό ανταγωνισμό

κι εγώ μας σκέφτομαι με κρασί και ποίηση, σε κάποιο φθινοπωρινό ταξίδι.

Και σαν τελειώσει η κουβέντα, και δεν έχουμε κάνει τίποτα απ' τα παραπάνω

θα ξαπλώσουμε

και θα βάλουμε το τελευταίο επεισόδιο Game of thrones

πριν μας πάρει ο ύπνος.

Έχουμε και δουλειές αύριο…

 

rodney-smith15

Mισό λεπτό, κάτι γράφω.

~

Άρχισα να συλλέγω λεπτά

από μικρό παιδί. Γιατί όχι άλλωστε? Άλλοι συλλέγουν πεταλούδες, κοχύλια, έργα τέχνης

παλιά κόμιξ

εγώ συλλέγω λεπτά.

Θλιμμένα, ψυχοφθόρα, μίζερα, νεκρά λεπτά.

~

Το πάθος μου γεννήθηκε στο σχολείο.

Τα πρώτα κομμάτια της συλλογής μου, εκεί τα απέκτησα.

Εκείνα τα ατελείωτα λεπτά, λίγο πριν το κουδούνι σημάνει για διάλειμμα.

Ένα ένα. Προσεκτικά.

~

Καμιά φορά, που ο διπλανός μου αφοσιώνοταν στο μάθημα

μέχρι το τελευταίο λεπτό

έκλεβα και τα δικά του.

~

Στην αρχή, τα κρατούσα στις τσέπες της φόρμας μου,

μα χανόντουσαν καθώς παίζαμε μπάλα στην αυλή.

Ούτε που καταλαβαίνεις πως χάνεται ο χρόνος όταν παίζεις.

Και που να τρέχεις να τα μαζεύεις…

(ειδικά αν είσαι τερματοφύλακας)

~

Αργότερα, ξεκίνησα να τα φυλάω σε μια παλιά μου κασετίνα

που είχε απ' έξω μια ζωγραφιά με τους πάουερ ρέιτζερς να πολεμάνε έναν κακό.

~

Όσο μεγάλωνα, η συλλογή μου πλούτιζε.

Ανακάλυψα κάποιες βασικές αρχές ενός συλλέκτη.

Παραδείγματος χάριν: να αποζητάς την ποιότητα, όχι την ποσότητα.

~

Το πάθος μου, έμεινε για πάντοτε κρυφό απ' όλους. Ήμουν, άλλωστε, πολύ προσεκτικός.

~

Το να είσαι μεγάλος, ανοίγει συναρπαστικούς νέους ορίζοντες

για να ικανοποιήσει κανείς την εν λόγω δραστηριότητα.

Άρχισα να μαζεύω τα γκρίζα λεπτά που κυλούσαν στα κόκκινα φανάρια, τις ουρές, τη σκοπιά, τις αίθουσες αναμονής, τις αϋπνίες, τους αυτόματους τηλεφωνητές.

Τα λεπτά που αργούσα στη δουλειά, και τα ατελείωτα μέχρι να σχολάσω.

Κάθε ανούσιο λεπτό μπροστά στον καθρέφτη

έως ότου γίνω ευπρεπής, και ευπαρουσίαστος.

Κάθε αναμονή

κάθε αναβολή στο ξυπνητήρι

και κάθε αναβολή στο ξυπνητήρι του γείτονα.

~

Όλα τα “περιμένετε ένα λεπτό, σας παρακαλώ”

που εκφέρονται από ένα ανέκφραστο πρόσωπο.

“Το αφεντικό θα σας δει σε ένα λεπτό”.

“Ο γιατρός θα σας δει σε ένα λεπτό”.

“Μισό λεπτό, και θα σας εξυπηρετήσουμε”.

“Επιστρέφω σε ένα λεπτό”.

~

Τα φυλούσα πλέον σε βαζάκια, με μια ετικέτα έξω απ' το καθένα

διαφορετικό

ανά χρονολογία, ανά τύπο, ανά μέγεθος, ανά σημαντικότητα.

Σημείωνα στις ετικέτες λέξεις φαινομενικά παράλογες

όπως: “Ρομπέν των δασών”. ή, “Η αιωνιότητα”. ή, σε ένα μικροσκοπικό, “Φρύνοι”.

Μοναχά εγώ ήξερα τι σημαίνει το καθένα.

~

Μαζί σου, η συλλογή μου εμπλουτίστηκε με ένα νέο βαζάκι.

Εκείνο με το πράσινο καπάκι. Που σε παρακάλεσα να μην ανοίξεις ποτέ.

Δεν ξέρεις τι θα ξεπηδήσει από μέσα. Με τέτοια πράγματα, καλό είναι να φυλάγεσαι άλλωστε…

~

Εκεί, τοποθέτησα όλα τα δικά σου λεπτά.

Εκείνα τα βιαστικά, που ήθελα να ξαπλώσω δίπλα σου, λίγο ακόμη

μα έπρεπε να σηκωθώ και να ετοιμαστώ για τη δουλειά.

Τα ατελείωτα λεπτά που περίμενα να μου απαντήσεις σε κάποιο μήνυμα

και

τα λεπτά που τελείωναν στην κάρτα, και δεν μπορούσα να σου μιλήσω άλλο.

(δεν είχα και φράγκα να βάλω άλλη).

Και

τα δέκα λεπτά που σε περίμενα

στο πρώτο μας ραντεβού.

Το καλύτερο κομμάτι της συλλογής.

~

Τα τελευταία χρόνια, την διεύρυνα ακόμη περισσότερο.

Τεχνολογία, σου λέει.

Μαζεύω με αφοσίωση λεπτά από την τηλεόραση

και το διαδίκτυο.

Κάθε φορά που παρακολουθώ στις ειδήσεις

“τις συναρπαστικές εξελίξεις

λεπτό προς λεπτό”

θάνατοι, καταστροφές, αστυνομικές επιχειρήσεις,

συλλήψεις, αυτοκτονίες,

γέννησε η Μενεγάκη.

Χαμός.

Μπήκε γκολ στο τελευταίο λεπτό.

Κι εκεί που περιμένω να τελειώσει η γαμοδιαφήμιση τους στο youtube

“Μη χάνεις λεπτό”. “Βλέπεις διαφορά, απ' το πρώτο κιόλας λεπτό”

“Απέκτησε λεπτή σιλουέτα στο λεπτό”.

(και γαμώ τα λογοπαίγνια).

~

Μαζεύονται, που λες, αυτά τα λεπτά.

Αργά, αλλά με αγάπη

και αφοσίωση.

Και κάποια στιγμή, τα λεπτά αυτά

θα γίνουν ώρα.

~

Θα είναι η ώρα

που θα τους πάρει ο διάολος.

 

529888_3227579762463_1358268552_n

 

Να ονειρευόμαστε γάτες

Και κάθε νύχτα, κάθονται όλοι τους γύρω απ' τη μπάρα
-οι ίδιοι πάντοτε
όσο κι αν αλλάζουν τα πρόσωπα τους
οι φωνές, ή ο τρόπος που στέκονται στα σκαμπό
είναι πάντοτε οι ίδιοι, δεν με ξεγελάνε-
και συζητάνε για τον έρωτα,
και τι να είναι άραγε τούτο το πράγμα

και μιλάνε για πάθος, για πληγές αναίμακτες
για πίστη και αφοσίωση
λένε για κάποιες φορές που αγγίζουν τον ουρανό
κι άλλες που αγγίζουν τον θάνατο
για πράγματα μεγάλα και τρομαχτικά
λένε, άλλοτε, για όμορφα μάτια
για χάδια και μυρωδιές
για στιγμές σιωπής, με την πόλη να απλώνεται κάτω απ' τα πόδια τους
για καύλες
για όσα έχουν πια παρέλθει

εγώ όμως
δεν ξέρω απ' αυτά
ένα μικρό πράγμα θυμάμαι μονάχα
μια βραδιά που γύριζα σπίτι μεθυσμένος
είδα μια γάτα να περπατάει κάπως αστεία
και είχα έναν άνθρωπο να του γράψω πως,
“να, μόλις είδα μια γάτα να περπατάει κάπως αστεία”
κι αυτός ο άνθρωπος να μην το πάρει ως κάτι αδιάφορο
μήτε ως κάτι παράξενο
μα να έχει τις σωστές λέξεις να απαντήσει
ώστε να γυρίσω σπίτι και να κοιμηθώ ευτυχισμένος
και να ονειρεύομαι γάτες.

29931

Lost Bodies/Ιλισός

Δευτέρα βράδυ,

στο στέκι στο βιολογικό, λίγο πριν βγουν οι MATE

μεθυσμένοι και χαμένοι ανάμεσα σε φιγούρες

να οραματιζόμαστε πάνω στο project Tlon

και ειπώνεται το κομμάτι αυτό σαν πρόταση

από τον Ο. και τον Β.

περιέργως ταιριαστό με όλα.

 [youtube]https://www.youtube.com/watch?v=CaA7bn3g9L8[/youtube]

 

 

Ήταν εντελώς στ’αρχίδια μου αν αυτό το ποτάμι λεγόταν Ιλισός.

Αυτό που είχε σημασία,

ήταν ότι ήταν το μοναδικό μέρος που μπορούσα να χωθώ

για να ξεφύγω από τους μπάτσους.

Μπήκα από την είσοδο στην Καλλιθέα

και άρχισα να τρέχω

μέσα στο στεγασμένο, τσιμεντωμένο ποτάμι,

ώσπου έτρεχα στο απόλυτο σκοτάδι

χωρίς να βλέπω εντελώς τίποτα πίσω μου,

τίποτα εντελώς μπροστά μου,

ώσπου βρέθηκα με τα μούτρα μέσα στα βρωμόνερα,

τις αποχετεύσεις και τα βιομηχανικά λύματα,

και η γλώσσα μου βούτηξε στα κάτουρα των ποντικιών.

~

Ξαφνικά το άγχος και η αγωνία μου έφυγαν

και αφέθηκα να βυθίζομαι ήρεμα και παράλογα

με το χρώμα του νερού να ξανοίγει γύρω μου,

σε ένα μπλε, μωβ, γαλάζιο,

που εναλλάσσονταν με μια θύελλα από φως,

που δημιουργούσε όγκο, βάθος

και κουρτίνες από φως, σαν τροπική καταιγίδα.

Τότε κατάλαβα ότι κινούμαι με μεγάλη άνεση,

κουνώντας μόνο το κουτσό μου πόδι.

Παρ’όλα αυτά, γλιστρούσα όμορφα.

Βαθιά και μακριά, έβλεπα τα πάντα,

όμως κοντά, ήταν όλα θαμπά, φλουταρισμένα.

Προσπάθησα να ενώσω τα χέρια μου σα γυαλιά,

για να δω καλύτερα.

Σιγά σιγά, άρχισα να ξεχωρίζω τις ραφές από τη μπλούζα της,

που ταξίδευαν το κορμί της σαν ξερολιθιά.

Γύρισε και μου άστραψε ένα χάδι με την ανάποδη του χεριού της,

κι έτσι γύρισα το βλέμμα μου

και κατάλαβα,

ότι όλοι εκεί ήταν σ’έναν άλλο κόσμο απ’αυτόν που ξέραμε.

Εκεί δεν υπήρχε άγχος για τίποτα.

Οι άνθρωποι, δεν χωρίζονταν σε φυλές, σε πλούσιους και φτωχούς,

όλοι αισθάνονταν, χαίρονταν.

Κανείς δεν κατείχε.

Κανείς δεν ήθελε, γιατί είχε.

Είδα όλα τα σπάνια σιντί που έψαχνα, μπροστά μου,

αλλά δεν αισθάνθηκα την ανάγκη να πάρω ούτε ένα.

~

Ολόγυρα είχε εξαιρετικές ζωγραφιές,

που άλλαζαν συνέχεια, ανάλογα με ποιό τρόπο τις έβλεπες.

Όταν πείναγες, έφτανε να κοιτάξεις δεξιά αριστερά

και είχε τραπέζια με βουνά

από κανελόνια με κιμά σαλτσαρωτά

και σουβλάκια τυλιχτά τριών λογιών:

ένα με πλημμυρισμένο τραγανιστό πικάντικο γύρο,

το άλλο με πανσέτα

και το τρίτο, δεν υπήρχε – ήταν απλώς το τρίτο.

Λίγο πιο κάτω, υπήρχαν ταψιά με μουσταλευριά,

με μπόλικη κανέλα και ένα δάχτυλο καρύδι από πάνω.

Η ηλικία, ήταν αυτή, ή απλά δεν ήταν.

Εκεί δεν υπήρχαν νυστέρια έτοιμα να επιτεθούν στις ρυτίδες,

εκεί δεν υπήρχε καμία απειλή.

Όλα ήταν αλήθεια, κι όλα ήταν ψέμα.

Σαν κοίταζες μέσα στα μεγάλα κομμάτια από κεχριμπάρι

αναγνώριζες αγαπητά πρόσωπα που ήταν έτοιμα να συζητήσουν μαζί σου.

Το άλσος,

το νερό,

το νερό…

και η μουσική.

Που εκεί τη μετέφερε ο ένας στον άλλο, με ένα άγγιγμα και ένα βλέμμα.

Αυτό ήταν και το μόνο που έφερα πίσω μαζί μου,

τη μουσική.

Για να με πιστέψετε,

αλλά για να δείτε κι εσείς τη μαγεία και την πληρότητα

που ζούσαν εκεί.

Και φυσικά για να με πιστέψετε.